Αν συχνά ανησυχείς για τα προβλήματα των άλλων, αισθάνεσαι υπεύθυνος/η για την ευημερία των γύρω σου και δυσκολεύεσαι να χαλαρώσεις ή να ζητήσεις βοήθεια, ίσως μεγάλωσες με έναν ρόλο που δεν σου άνηκε: τον ρόλο του «γονέα» μέσα στην ίδια σου την οικογένεια.

Η γονεοποίηση (parentification) είναι ένας όρος που περιγράφει την αναστροφή ρόλων μέσα στην οικογένεια, όπου το παιδί αναλαμβάνει ευθύνες που ανήκουν σε έναν ενήλικα—είτε πρακτικές (π.χ. φροντίδα μικρότερων αδελφών), είτε συναισθηματικές (π.χ. ρύθμιση της διάθεσης ή της ψυχικής κατάστασης των γονιών) (Hooper, 2007). Αυτή η πρόωρη ωρίμανση μπορεί να μοιάζει με «υπευθυνότητα» στα μάτια των άλλων, όμως στην πραγματικότητα συνδέεται συχνά με χρόνιο άγχος, ενοχές και δυσκολία στη ρύθμιση του συναισθήματος κατά την ενήλικη ζωή.

Πιο συγκεκριμένα, το άγχος είναι, κατά βάση, μια προσπάθεια ελέγχου του αγνώστου. Όταν ένα παιδί μάθει να είναι διαρκώς σε επιφυλακή για τις ανάγκες και τις διαθέσεις των άλλων, τότε εσωτερικεύει ένα αίσθημα ευθύνης και υπερεπαγρύπνησης (hypervigilance) απέναντι στον εξωτερικό κόσμο (Jurkovic, 1997). Νευροβιολογικές μελέτες δείχνουν ότι η χρόνια γονεοποίηση συνδέεται με δυσλειτουργίες στην ανάπτυξη των ορίων εαυτού, αλλά και με υψηλά επίπεδα κορτιζόλης στην παιδική ηλικία, λόγω του διαρκούς στρες (Haxhe, 2016). Αυτή η συνεχής ενεργοποίηση του στρεσογόνου συστήματος επιδρά αρνητικά στην εγκεφαλική ανάπτυξη και στην ικανότητα για συναισθηματική ρύθμιση. Ταυτόχρονα η ψυχολογική ομοιόσταση του οργανισμού απορυθμίζεται ήδη από νεαρή ηλικία με αποτέλεσμα η δυσκολεμένη λειτουργικότητα να αποτελεί το ιδανικό έδαφος για την ανάπτυξη ψυχοπαθολογίας.

Στην πρακτική γονεοποίηση, το παιδί αναλαμβάνει καθήκοντα που ξεπερνούν την ηλικιακή του ικανότητα και σχετίζονται με τη λειτουργία του σπιτιού ή τη φροντίδα άλλων μελών της οικογένειας. Για παράδειγμα, ένα κορίτσι 10 ετών μαγειρεύει καθημερινά και φροντίζει τα μικρότερα αδέλφια της πριν τον ύπνο, καθώς ο ένας γονιός είναι απών και ο άλλος παλεύει με κατάθλιψη. Αντίστοιχα, ένα αγόρι 12 ετών πηγαίνει στη ΔΕΗ, πληρώνει λογαριασμούς και αναλαμβάνει ευθύνες που ανήκουν σε ενήλικα. Από την άλλη πλευρά, στη συναισθηματική γονεοποίηση, το παιδί καλείται –σιωπηρά ή ρητά– να ρυθμίσει τα συναισθήματα του γονέα ή να λειτουργήσει ως “ψυχολογικός σύντροφος”. Χαρακτηριστικά παραδείγματα περιλαμβάνουν μια έφηβη που ακούει τη μητέρα της να μιλά για τη μοναξιά και την απογοήτευσή της από τον πατέρα, ή ένα παιδί που καθησυχάζει τον αγχωμένο γονιό μετά από οικονομικές δυσκολίες λέγοντας: «Μην ανησυχείς, θα τα καταφέρουμε». Και στις δύο περιπτώσεις, το παιδί αναγκάζεται να καταπιέσει τις δικές του ανάγκες, προκειμένου να καλύψει ανάγκες που δεν του αναλογούν—μια συνθήκη που συχνά γίνεται το θεμέλιο του χρόνιου άγχους στην ενήλικη ζωή.

Ο ρόλος του “υπεύθυνου παιδιού” μεταφέρεται στο σχέδιο ζωής του ενήλικα, και ενσωματώνεται στο “εγώ” του ατόμου (ego identity). Ο ενήλικας αισθάνεται εσωτερικά υποχρεωμένος να φροντίζει, να διορθώνει, να προλαβαίνει κρίσεις.Τα παιδιά που μεγάλωσαν μέσα από τη διαδικασία της γονεοποίησης αναγκάστηκαν να επωμιστούν περισσότερα από όσα αντιστοιχούσαν στην ηλικία και την ανάπτυξή τους — και μάλιστα, χωρίς ουσιαστική υποστήριξη. Στην ενήλικη ζωή, αυτό το πρότυπο συχνά συνεχίζεται ασυνείδητα: το άτομο αναλαμβάνει υπερβολικές ευθύνες, φορτώνεται ρόλους που δεν του αναλογούν και διατηρεί μια διαρκή στάση υπερ-λειτουργίας. Η χρόνια υπερδέσμευση οδηγεί σε συνεχή πίεση, αίσθημα κατακλυσμού και ένα σταθερό υπόβαθρο άγχους. Δεν υπάρχει χώρος για ξεκούραση, γιατί μέσα του νιώθει ότι όλα εξαρτώνται από το ίδιο.

Αυτό το εσωτερικευμένο μοτίβο ζωής συχνά μεταφράζεται σε:

Αδυναμία χαλάρωσης, καθώς η αίσθηση καθήκοντος δεν σταματά ποτέ

Υπερβολική τάση για έλεγχο, γιατί μόνο έτσι νιώθει ασφάλεια

Δυσκολία να ζητήσει βοήθεια ή να θέσει όρια, από φόβο ότι θα θεωρηθεί ανεπαρκές

Μόνιμη ανάγκη να φροντίζει τους άλλους, για να αξίζει αποδοχή και αγάπη

Το άτομο έχει μάθει να συνδέει την ασφάλεια όχι με τη σχέση, αλλά με τον έλεγχο. Αντί να νιώθει ασφαλές επειδή υπάρχει εμπιστοσύνη, νιώθει ασφαλές μόνο όταν κρατά τα πάντα υπό επιτήρηση. Αυτό όμως το καθιστά ευάλωτο στο χρόνιο άγχος, στην εξουθένωση και στην αποξένωση από τις δικές του ανάγκες.

Ένα από τα πιο βαθιά ριζωμένα μοτίβα της γονεοποίησης είναι η πεποίθηση ότι δεν μπορούμε να βασιστούμε σε κανέναν. Ως παιδιά, μάθαμε ότι δεν υπήρχε ασφάλεια ή σταθερότητα, οπότε η αυτονομία και η αυτοεξυπηρέτηση έγιναν αμυντικοί μηχανισμοί. Αυτή η στρατηγική μπορεί να φαίνεται θετική, όμως στην πράξη αποκλείει την υγιή αλληλεξάρτηση που απαιτείται στις ανθρώπινες σχέσεις. Οι πιο λειτουργικές σχέσεις βασίζονται σε μια ισορροπημένη ροή: κάποιες φορές κρατάμε εμείς τους άλλους, και άλλες φορές αφήνουμε τους άλλους να κρατήσουν εμάς. Όταν αρνούμαστε να στηριχθούμε σε κάποιον άλλο, στην ουσία στερούμε από τον εαυτό μας τη δυνατότητα να βιώσει στήριξη και ξεκούραση. Αυτό ενισχύει το άγχος, γιατί η ευθύνη για τους πάντες και τα πάντα φαίνεται να πέφτει πάντα στους δικούς μας ώμους. Κι έτσι αρχίζουμε να πιστεύουμε, σχεδόν αυτόματα, ότι είναι δική μας υποχρέωση να διαχειριστούμε όχι μόνο τις δικές μας συναισθηματικές δυσκολίες και προβλήματα αλλά και τις δυσκολίες και προβλήματα των ανθρώπων γύρω μας.

Η κατανόηση αυτών των μοτίβων είναι το πρώτο βήμα — αλλά η αληθινή αλλαγή ξεκινά όταν το άτομο αρχίσει να αναρωτιέται: Μήπως δεν χρειάζεται πια να κουβαλάω όλα αυτά; Η ψυχοθεραπεία προσφέρει έναν ασφαλή χώρο για να διερευνηθεί αυτός ο εσωτερικευμένος ρόλος, να αναγνωριστούν οι ρίζες του και, το σημαντικότερο, να ξεκινήσει η διαδικασία της απελευθέρωσης από το βάρος της υπερ-υπευθυνότητας. Για όποιον έχει μάθει να είναι πάντα το «δυνατό» ή το «υπεύθυνο» άτομο, το να ζητήσει βοήθεια ίσως μοιάζει ξένο ή τρομακτικό. Κι όμως, αυτή η πράξη είναι συχνά η πιο γενναία και ανατρεπτική επιλογή που μπορεί να κάνει, μια επιλογή υπέρ του εαυτού του.

 

Πηγές

Haxhe, S. (2016). The impact of parentification on child development: A review of the literature. Children and Youth Services Review, 65, 74–84.

Hooper, L. M. (2007). Parentification and its impact on psychosocial functioning: A review of the literature. Journal of Counseling & Development, 85(1), 39–50.

Jurkovic, G. J. (1997). Lost Childhoods: The Plight of the Parentified Child. Brunner/Mazel.