«Να πετύχω τον στόχο μου», «Να περάσω στις εξετάσεις», «Να πω όχι σε κάτι και να το κρατήσω», «Να χάσω αυτά τα κιλά»: Είναι μερικοί από τους στόχους που βάζουμε κατά καιρούς ή ακούμε τους άλλους να βάζουν. Και τις περισσότερες φορές αν όχι πάντα, θα πέσει στο τραπέζι η λέξη πειθαρχία. Ως ο μόνος τρόπος για να πετύχουμε τελικά τον στόχο: «Χρειάζεται πειθαρχία, αλλιώς πώς θα γίνει;»
Πράγματι, η αναστολή -το να μπορούμε να μην κάνουμε κατ’ ευθείαν κάτι που σκεφτόμαστε ή επιθυμούμε- είναι μια σημαντική γνωστική και συμπεριφορική λειτουργία του εγκεφάλου, που αναπτύσσεται καθώς μεγαλώνουμε. Το σύστημα αναστολής του εγκεφάλου μας βοηθά να πετύχουμε σύνθετους και μακροπρόθεσμους στόχους, να προστατευτούμε από βλάβες, παίζει ρόλο στην ρύθμιση της διάθεσης, του ύπνου και πολλών ακόμα λειτουργιών μας.
Όταν το σύστημα αναστολής του εγκεφάλου δεν λειτουργεί επαρκώς, μπορεί έχουμε παρορμητικές συμπεριφορές. Συχνά, επίσης, έχουμε δυσκολία να σταματήσουμε να επαναλαμβάνουμε συμπεριφορές και μοτίβα ενώ ξέρουμε ότι δεν μας ωφελούν ή ακόμα μας βλάπτουν. Κάποιες φορές, τα παραπάνω σχετίζονται με κάποια βλάβη ή διαταραχή σε κάποιες δομές και λειτουργίες του εγκεφάλου. Άλλες φορές είναι μέρος μη νευροτυπικής ανάπτυξης του εγκεφάλου. Στις περιπτώσεις αυτές, μπορεί να γίνει αξιολόγηση, παρέμβαση και εκπαίδευση στην διαχείριση από καταρτισμένους επαγγελματίες ψυχικής υγείας.
Προχωρώντας πέρα από τις διαγνώσεις και τις παρεμβάσεις, πώς νιώθουμε όταν πρέπει να δείξουμε πειθαρχία, γιατί αυτός είναι ο μόνος τρόπος να έχουμε επιτυχία; Πώς νιώθουμε όταν πρέπει να το κάνουμε αυτό ανεξάρτητα από το πώς αισθανόμαστε και το τι χρειαζόμαστε κάθε μέρα;
Το να είμαστε πειθαρχημένοι, συχνά εκλαμβάνεται από μόνο του ως επιτυχία: «κάνουμε κάτι καλά ή κάνουμε αυτό που πρέπει και -αν έτσι έχουμε μάθει- νιώθουμε αρκετοί, αποδεκτοί, αγαπητοί ή ότι άλλο χρειαζόμαστε». Και ο εγκέφαλος ανταποκρίνεται ανάλογα εκκρίνοντας ορμόνες που μας κάνουν να νιώθουμε μέχρι και ευφορία. Κι αυτό είναι αρκετός λόγος για να συνεχίσουμε να προσπαθούμε να δείχνουμε πειθαρχία.
Τι γίνεται όμως όταν δεν μπορέσουμε να είμαστε πειθαρχημένοι γιατί κουραστήκαμε, γιατί αρρωστήσαμε, γιατί θέλουμε να κάνουμε ένα διάλειμμα ή γιατί δεν θέλουμε άλλο; Τότε «απομακρυνόμαστε από τον στόχο». «Δεν το θέλουμε αρκετά», «Δεν είμαστε ικανοί» ή «Δεν έχουμε αυτό που χρειάζεται για να πετύχει κάποιος». Αυτά είναι μερικά από τα σχόλια που μπορεί να ακούσουμε ή χειρότερα, να σκεφτούμε εμείς οι ίδιοι για τον εαυτό μας.
Και τότε ο εγκέφαλος «θα κάνει τα πάντα» για να μην ισχύσουν τα παραπάνω. Θα νιώσουμε άγχος, πίεση, ενδεχομένως να έχουμε και συμπτώματα στην προσπάθεια να είμαστε συνεχώς πειθαρχημένοι, ενώ ο εγκέφαλος και το σώμα χρειάζονται κάτι άλλο. Κι όταν τα παρατήσουμε ή όταν πάμε στο άλλο άκρο και κάνουμε σε υπερβολικό βαθμό αυτό που αποφεύγαμε, θα τα βάλουμε με εμάς. Θα μας τιμωρήσουμε με πράξεις ή σκέψεις για αυτή μας την ανεπάρκεια και τελικά δεν θα αποφύγουμε την ματαίωση και την απογοήτευση.
Είναι τελικά η πειθαρχία ο μόνος τρόπος να πετύχουμε ένα στόχο; Τι θα συμβεί αν αντί να δείξουμε πειθαρχία, δοκιμάσουμε να δείξουμε συνέπεια; Αν προσπαθούμε κάθε μέρα για τον στόχο, κι ας κάνουμε άλλες μέρες μικρότερη και άλλες μεγαλύτερη προσπάθεια. Κι ας μην είναι πάντα τέλειο. Κι αν κάποια μέρα, για κάποιο λόγο χάσουμε την συνέπεια, να μπορέσουμε να δείξουμε αξιοπιστία. Να μην παραιτηθούμε και να προσπαθήσουμε ξανά τις επόμενες μέρες για τον στόχο που έχουμε θέσει.
Το ζητούμενο ως ενήλικες είναι να μην έχουμε ανάγκη την «αστυνόμευση», κάποιον να μας πει πότε κάνουμε λάθος και να μας τιμωρήσει γι΄αυτό. Το ζητούμενο είναι να μπορέσουμε να πάρουμε την ευθύνη του εαυτού μας συνολικά και αυτό εμπεριέχει και τα σωστά και τα λάθη που θα κάνουμε. Στόχος είναι να τα αναγνωρίζουμε, να τα διαχειριζόμαστε και να προχωράμε. Κι αν υπάρχει ένα παιδικό κομμάτι μας που κάπου μπλοκάρει ή δυσκολεύεται, να δοκιμάσουμε να το κινητοποιήσουμε με τρόπους πέρα από την πειθαρχία, τον φόβο και την τιμωρία. Δυστυχώς ή ευτυχώς, ένα τέτοιο κίνητρο δεν έχει μεγάλη διάρκεια αφού μόλις βρούμε την ευκαιρία θα κάνουμε ξανά «αυτό που δεν πρέπει».