Μέσα μας υπάρχει μια τεράστια δύναμη, που συχνά αγνοούμε είτε δεν έχουμε μάθει να αναγνωρίζουμε. Κάποιες φορές, αυτή η δύναμη έχει την ικανότητα να στραφεί εναντίον μας – και μία από τις πιο ύπουλες μορφές της είναι η ενοχή.

Αν δεχτούμε την οπτική της θρησκείας ή μιας μοιρολατρικής προσέγγισης, θα λέγαμε ότι η ενοχή είναι σχεδόν έμφυτη. Ανήκει στην κατηγορία των συναισθημάτων που μας κρατούν “υπό έλεγχο”, ενισχύοντας την αίσθηση πως οφείλουμε να ζούμε με έναν συγκεκριμένο τρόπο – συχνά, στερώντας μας ακόμη και το δικαίωμα στη χαρά.

Σύμφωνα με την επιστήμη της Ψυχολογίας, η ενοχή είναι το συναίσθημα που πηγάζει από την πεποίθηση ότι κάναμε κάτι κακό ή ότι δεν σταθήκαμε στο ύψος των περιστάσεων. Είναι ένα φορτίο που προέρχεται από το παρελθόν και μας κάνει να αναλογιζόμαστε με πόνο τις επιλογές μας.

Όταν όμως η σκέψη γύρω από το λάθος ή την αποτυχία γίνεται εμμονική, αρχίζει να παραλύει τη λειτουργικότητά μας. Η ενοχή τότε δεν είναι απλώς μια αναδρομή· είναι μια παγίδα που κρατά το παρόν μας όμηρο και σβήνει κάθε προοπτική για το μέλλον. Κι όμως, είμαστε εμείς που της δίνουμε τη δύναμη. Καμία ενοχή δεν μπορεί να κυβερνήσει τη ζωή μας χωρίς τη συναίνεσή μας.

Εμείς δημιουργούμε τις σκέψεις μας – κι έτσι έχουμε τη δύναμη να τις αλλάξουμε. Αν της το επιτρέψουμε, η ενοχή μπορεί να μας κρατήσει “αιχμάλωτους” σε μια μόνο στιγμή του παρελθόντος, στερώντας μας την ευκαιρία να ζήσουμε το παρόν και να σχεδιάσουμε το μέλλον.

Τι είναι όμως η ενοχή;

Η ψυχαναλυτική προσέγγιση (π.χ. Freud) συνδέει την ενοχή με τις πρώιμες παιδικές επιθυμίες και συγκρούσεις, όπως στο Οιδιπόδειο σύμπλεγμα, όπου η σύγκρουση μετατρέπεται σε εσωτερικευμένη ενοχή.

Αντίθετα, η γνωσιακή θεωρία εξηγεί την ενοχή ως προϊόν σκέψεων που εστιάζουν στην ευθύνη και την ηθική αποτυχία. Αν πιστεύουμε πως έχουμε βλάψει κάποιον, η σκέψη αυτή γεννά το συναίσθημα. Συνεπώς, εγκλωβιζόμαστε σε ένα φαύλο κύκλο ερμηνείας των γεγονότων με μεγεθυμένο αρνητισμό επηρεάζοντας την καθημερινότητά μας.

Η υπαρξιακή ψυχολογία εστιάζει σε μια διαφορετική εκδοχή: θεωρεί την ενοχή ως ένδειξη ότι δεν ζούμε αυθεντικά ή ότι αποτυγχάνουμε να αξιοποιήσουμε το δυναμικό μας. Στην ίδια γραμμή, ο Rollo May έβλεπε την ενοχή ως υπαρξιακή αντίδραση στην πανανθρώπινη πραγματικότητα – και όχι απαραίτητα ως κάτι κακό ή παθολογικό.

Τι «κερδίζουμε» από την ενοχή;

Στην ψυχοθεραπεία, διερευνούμε συχνά το υποσυνείδητο όφελος που μας κρατά δεμένους με την ενοχή. Παρόλο που φαίνεται βασανιστική, μπορεί να προσφέρει (παράδοξα) μια αίσθηση ελέγχου, αποφυγής, ή και ανακούφισης από την ευθύνη. Όσο ανακυκλώνουμε τη λύπη για το παρελθόν, τόσο αποφεύγουμε τον φόβο του αγνώστου που φέρνει το μέλλον.

Η ενοχή μάς οδηγεί, με τον καιρό, σε έναν τρόπο ζωής βασισμένο στην αυτοϋποτίμηση και την αδικία προς τον εαυτό μας. Αν παραμείνει ανεξέλεγκτη, καταλήγει να διαμορφώνει την ταυτότητά μας – όχι ποιοι είμαστε, αλλά ποιοι νομίζουμε ότι αξίζουμε να είμαστε.

Και τότε, παγιδευμένοι, ευχόμαστε να μπορούσαμε να επιστρέψουμε στο παρελθόν για να το αλλάξουμε. Όμως αυτό δεν είναι επιλογή. Η πραγματική επιλογή είναι το πώς θα ζήσουμε από εδώ και πέρα: παραδομένοι στην ενοχή ή ελεύθεροι από αυτήν;

Υπάρχει λύση;

Kάθε αρνητική εμπειρία αποτελεί μία ευκαιρία προσωπικής εξέλιξης. Αυτό ακριβώς καλεί και η ψυχοθεραπεία τους θεραπευόμενους να κάνουν: να επιτρέψουν στον εαυτό τους να νιώσει, αλλά και να ξεπεράσει. Η ενοχή είναι χρήσιμη μόνο όταν μας οδηγεί σε αλλαγή.

Αναγνωρίζοντας τι είναι αυτό που μας κρατά καθηλωμένους σε αυτήν, μπορούμε να ξεκινήσουμε να χτίζουμε μια νέα στάση ζωής. Αντί να δούμε την ενοχή ως εχθρό, μπορούμε να τη μετατρέψουμε σε εργαλείο υπευθυνότητας και προσωπικής ενδυνάμωσης.

Γιατί στην πραγματικότητα, η ενοχή είναι μόνο μια στιγμή. Δεν έχει τη δύναμη να καθορίσει ολόκληρη τη ζωή μας – εκτός κι αν της το επιτρέψουμε. Η ζωή απαιτεί ευελιξία, αυτοσυμποόνια και προθυμία για αλλαγή. Μέσα από τη θεραπευτική διαδικασία, μαθαίνουμε να μεταβολίζουμε την ενοχή μέσα από την αναγνώριση, την αποδοχή και την πράξη.

Η λύτρωση έρχεται μέσα από τη συγχώρεση του εαυτού: αναγνωρίζοντας ότι, τη στιγμή της πράξης, ενεργήσαμε με τα δεδομένα, τη συνείδηση και την ψυχολογική κατάσταση που είχαμε τότε. Σήμερα, μπορούμε να επιλέξουμε διαφορετικά. Μπορούμε να ζήσουμε με περισσότερη αυθεντικότητα, με μεγαλύτερη χαρά, με βαθύτερη επίγνωση.

Αν μπορούμε να αυτοπαγιδευτούμε σε μια ενοχική πραγματικότητα, τότε σίγουρα έχουμε και τη δύναμη να απελευθερωθούμε. Η δύναμη αυτή είναι δική μας – αρκεί να το θυμηθούμε.